Δευτέρα 29 Σεπτεμβρίου 2008

Η παρεξηγημένη έννοια της αποζημίωσης

Φταιει ο προμηθευτής για το χαλασμένο προϊόν που αγόρασα απ’ το κατάστημά σας;

Σεβασμός ή αδιαφορία;

Υπάρχουν δύο ειδών έμποροι. Αυτοί που σέβονται τον πελάτη και τον θεωρούν πάγιο περιουσιακό στοιχείο της εταιρείας και εκείνοι που αδιαφορούν για την επόμενη ημέρα, εστιάζοντας το ενδιαφέρον τους στην ad hoc αρπαγή χρημάτων από το πορτοφόλι. Ανάλογα και με τη δραστηριότητα, υπάρχουν ορισμένοι έμποροι που εκ των πραγμάτων συμπεριφέρονται με το δεύτερο τρόπο, καθώς εκτός μιας σταθερής πελατείας που γνωρίζουν καλά, είναι απίθανο να ξαναπέσουν στον ίδιο πελάτη, όπως οι πλανόδιοι λαχειοπώλες ή οι ιδιοκτήτες καντίνας έξω από τα γήπεδα. Στην ίδια κατηγορία μπορούν να προστεθούν επίσης τα μονοπώλια και οι καιροσκόποι που σήμερα πωλούν ένα προϊόν ή μια υπηρεσία και αύριο κάνουν κάτι διαφορετικό. Για τους υπόλοιπους, ο σεβασμός στον πελάτη αποτελεί εχέγγυο της βιωσιμότητάς τους. Αν ο πελάτης δυσαρεστηθεί, είναι κυριολεκτικά απίθανο να ξαναπατήσει το πόδι του στο μαγαζί τους. Παρά ταύτα, αρκετοί είναι αυτοί που είτε δεν αντιλαμβάνονται τη χρησιμότητα του "πιστού" πελάτη είτε το αντιλαμβάνονται αλλά αρνούνται να τον σεβαστούν από -λάθος- άποψη.

Πηγαίνοντας σε οποιοδήποτε κατάστημα, γνωρίζεις ότι αν δε μείνεις ικανοποιημένος από το προϊόν μπορείς πάντα να το επιστρέψεις ή τουλάχιστον να διαμαρτυρηθείς στον καταστηματάρχη, προσδοκώντας σε κάποιου είδους αποζημίωση. Αν για παράδειγμα αγοράσεις ένα κιλό μοσχάρι και επιστρέφοντας σπίτι συνειδητοποιήσεις ότι το κρέας είναι χαλασμένο, μπορείς να το επιστρέψεις στο χασάπη. Αυτός με τη σειρά του έχει δύο επιλογές. Αν θέλει να διατηρήσει την πελατειακή σχέση μαζί σου, ζητά συγγνώμη, προσφέρεται να σου αλλάξει το προϊόν και ενδεχομένως να σου το δώσει τσάμπα, για να σε καλοπιάσει. Αλλιώς, αρχίζει τις δικαιολογίες και αρνείται να το επιστρέψει, γνωρίζοντας ότι χαρίζει έναν πελάτη στο διπλανό χασάπικο. Όσο καλή και αν είναι η δικαιολογία, δεν έχει αποτέλεσμα. Ακόμη και στην περίπτωση που δε φταίει ο ίδιος, αλλά ο προμηθευτής του, που του έδωσε σκάρτο πράγμα, στα μάτια του πελάτη δεν αλλάζει κάτι. Ο κάθε ένας είναι υπέυθυνος για ό,τι πουλάει και δεν είναι έντιμο τη δύσκολη ώρα να τα ρίχνει ο μαγαζάτορας στον προμηθευτή του. Εξαιρούνται μόνο τα συσκευασμένα προϊόντα, στα οποία ο έμπορος δεν έχει πρόσβαση και δεν μπορεί να τα ελέγξει.

VS

Η σωστή συμπεριφορά επιβραβεύεται

Για τον κύκλο εργασιών του χασάπη, η αλλαγή ενός κιλού κρέατος είναι αμελητέα ποσότητα και δεν έχει επίπτωση στα οικονομικά του αποτελέσματα. Το όφελος όμως για τη φήμη και τη διατήρηση της πελατείας είναι τεράστιο, καθώς ο δυσαρεστημένος πελάτης θα διαδώσει το πάθημά του και σε άλλους. Αναλογικά, το ίδιο συμβαίνει για όλες τις επιχειρήσεις. Ό,τι και αν σου πουλήσει, από κρέας μέχρι υπηρεσίες τηλεφωνίας και από παπούτσια μέχρι ομόλογα, ο πωλητής φέρει ένα μερίδιο ευθύνης, που τα συναλλακτικά ήθη επιβάλλουν να επωμίζεται. Πρέπει να ελέγχει αν αυτό που σου πουλάει είναι σκάρτο.

Πρέπει επίσης να σε αποζημιώνει για ο,τιδήποτε προκάλεσε το προϊόν του, ακόμη και στην περίπτωση που δεν ευθύνεται ο ίδιος αλλά ο προμηθευτής του. Στη συνέχεια, μπορεί κάλλιστα να στραφεί κατά του προηγούμενου κρίκου (δηλ. του προμηθευτή) και να διεκδικήσει με κάθε μέσο τα δικαιώματά του. Τελικά, το όφελος επιστρέφει σ’ αυτόν, καθώς η έξωθεν καλή μαρτυρία είναι από τα σημαντικότερα αγαθά στο εμπόριο. Η προσωρινή επίπτωση στα οικονομικά αποτελέσματα θα είναι πολύ μικρότερη από τη βλάβη που θα επιφέρει η μείωση των πωλήσεων μόλις μαθευτεί ότι ο πωλητής είναι αναξιόπιστος και στα χρήματα αυτά θα πρέπει να προστεθεί και το τεράστιο ποσό που πρέπει να δαπανήσει κανείς σε διαφήμιση, για να ξαναφτιάξει την εταιρική του εικόνα και να προσελκύσει ξανά πελάτες.

Αρθρογράφος: Σταμάτης Ζαχαρός

Παρασκευή 26 Σεπτεμβρίου 2008

Εκκλησιαστικές μπίζνες και τουρκικά φιρμάνια

Ανάμεσα στα άλλα απίστευτα που συμβαίνουν στις ημέρες μας κλονίζονται συνθέμελα και κάποιοι ιστορικοί μύθοι. Η εκκλησία για δεκαετίες ολόκληρες με πάθος πολέμησε για να χτίσει την εικόνα του θεματοφύλακα της ιστορικής φυσιογνωμίας του σύγχρονου έθνους. Λίγοι Έλληνες έχουν ξεχάσει το περίφημο Λάβαρο της Αγίας Λαύρας που ιεράρχες κατέβασαν στην Πλατεία Συντάγματος για να διατρανώσουν την αντίθεσή τους στην ανίερη, κατά τη γνώμη τους, προσπάθεια να απαλειφθεί η αναφορά του θρησκεύματος στις ταυτότητες.

Η επιβίωση του έθνους οφείλεται στην Ορθοδοξία, επιμένουν οι εκπρόσωποι της Εκκλησίας. Διότι εκείνη ήταν που ύψωσε το ανάστημά της στον Οθωμανό κατακτητή. Και κάτω από διωγμούς, κατακραυγή και βασανιστήρια κράτησε ψηλά το εθνικό φρόνημα.

Κάτω από το άγρυπνο μάτι του Τούρκου δυνάστη, υποστηρίζουν εκκλησιαστικοί παράγοντες, κι αντιστεκόμενη σε εξισλαμισμούς και εκτελέσεις ιερωμένων, η Εκκλησία κατόρθωσε να εκπαιδεύσει τα ελληνόπαιδα (Κρυφό Σχολειό) και να διατηρήσει αλώβητο το σώμα του ελληνορθόδοξου πληρώματος (απομονωμένα μοναστήρια και διωκόμενες εκκλησιές). Δίχως την εκκλησία και την ορθόδοξη πίστη η Οθωμανική καταιγίδα θα είχε συνεπάρει τα πάντα. Δεν θα υπήρχε πλέον ελληνισμός, καταλήγει η σχετική διδασκαλία.

Το σκάνδαλο όμως της ληστρικής εξαγοράς αξιοποιήσιμης γης από την Μονή Βατοπεδίου ξεδιπλώνει μια εντελώς διαφορετική ιστορία. Για να πεισθεί το (όχι ιδιαιτέρως δύσπιστο είναι η αλήθεια) Νομικό Συμβούλιο του Κράτους να εγκρίνει τις απίστευτες ανταλλαγές οι ίδιοι οι ελληνορθόδοξοι μοναχοί του Αγίου Όρους παρουσίασαν φιρμάνια σουλτάνων με τα οποία η μοναστηριακή περιουσία αποδίδεται αυτούσια στον ορθόδοξο κλήρο. Προκύπτει από τα σχετικά ντοκουμέντα πως το Οθωμανικό κράτος όχι μόνο δεν κυνήγησε την ορθόδοξη εκκλησία, αλλά της δώρισε κτήματα, προστάτευσε τα ιδιοκτησιακά της δικαιώματα και της παρέσχε καταφανή πολιτική προστασία.

Δεν είναι εύκολο για τον απλό πολίτη να κατανοήσει πως μια μαχόμενη εκκλησία, που υποτίθεται πως εδιώχθη για την πίστη της και στελέχη της θεωρείται πως θυσιάστηκαν στο βωμό της σύγκρουσης με τους «άπιστους» Οθωμανούς, απολάμβανε τέτοιων προνομίων στη διάρκεια της λεγόμενης Τουρκοκρατίας. Μάλιστα, τα ντοκουμέντα που προσκόμισε η Ιερά Μονή Βατοπεδίου σημειώνουν με ξεκάθαρο τρόπο πως οι Μονές του Αγίου Όρους δεν υπήρξαν «δορυάλωτες». Δηλαδή, δεν κατελήφθησαν υπό των Τούρκων με το δόρυ, μετά από κάποια σύγκρουση, αλλά συνθηκολόγησαν πριν από την κατάκτηση. Φροντίζοντας δηλ. να εξασφαλίσουν τα προνόμιά τους δίχως να θιγούν στο παραμικρό τα περιουσιακά τους στοιχεία.

Αν κάτι τέτοιο είχε γραφεί στο περίφημο βιβλίο ιστορίας της 6ης δημοτικού, ή και όπου αλλού, οι συντάκτες του θα είχαν ριχθεί στην πυρά. Μπροστά όμως στην εξασφάλιση οικονομικών συμφερόντων οι θεματοφύλακες της Ορθοδοξίας δεν διστάζουν μπροστά και στη χειρότερη αποκάλυψη. Αυτά μάλιστα αποδεικνύουν πόσο αστήρικτα είναι τα επιχειρήματα που διστακτικά τελευταία προβάλλονται πως οι ευνοϊκές αυτές ρυθμίσεις γίνονται δήθεν για την οικονομική ισχυροποίηση του Αγίου Όρους ώστε μελλοντικά να είναι σε θέση να παίξει το ρόλο Οικουμενικού Πατριαρχείου της Ορθοδοξίας. Αν πρόκειται η κοιτίδα της Ορθόδοξης πίστης στο μέλλον να οικοδομηθεί πάνω σε φιρμάνια και μπαξίσια μουσουλμάνων ηγητόρων τότε μπορούμε να απορρίψουμε τη σχετική «εθνική» τιμή. Και καιρός είναι να γίνει συνείδηση πως το αυτοδιοίκητο αφορά τις Μονές στον Άθω. Τα περιουσιακά στοιχεία στην υπόλοιπη Ελλάδα φορολογούνται όπως του καθενός. Δεν μπορεί να υπάρχουν πατρίκιοι από την μια και υποζύγια από την άλλη στη χώρα.

Αρθρογράφος: Ανδρέας Ανδριανόπουλους

Πέμπτη 25 Σεπτεμβρίου 2008

Τελωνειακοί και φαρισαίοι

Τελωνειακοί και φαρισαίοι

Άπαντες έχουν καταλάβει ότι οι κυβερνήσεις στην Ελλάδα είναι κατά βάθος συμπονετικές, παρά τον τσαμπουκά που επιδεικνύουν στην αρχή.

Προαναγγελθείσες εξελίξεις

Δε χρειάστηκαν περισσότερες από δύο ημέρες, για να ξεκινήσουν τα ρεπορτάζ που αναφέρουν ότι η απεργία των τελωνειακών προκαλεί προβλήματα ανεφοδιασμού της αγοράς. Στη συνέχεια, οι ρεπόρτερ αναφέρονται ειδικότερα στα πρατήρια υγρών καυσίμων όπου οι αντλίες στερεύουν σιγά-σιγά και ήδη βλέπουμε τις συνήθεις πλέον ουρές για μερικά γαλόνια καυσίμου. Πριν καλά καλά ξεκινήσει η απεργία, ακόμη και όσοι δεν οδηγούν γνώριζαν ότι μια τέτοια κινητοποίηση θα οδηγήσει με μαθηματική ακρίβεια στα προβλήματα ανεφοδιασμού και έτσι όσοι έχουν αυτοκίνητα σπεύδουν να γεμίσουν καλού-κακού τα ρεζερβουάρ τους.

Άπαντες λοιπόν γνωρίζουμε ότι θα δημιουργηθεί πρόβλημα. Αρχικά στα καύσιμα, στη συνέχεια στο ανεφοδιασμό της αγοράς με τρόφιμα και μετά δεν ξέρω και ΄γω που αλλού. Το γνωρίζει φυσικά και η κυβέρνηση. Μάλιστα, το γνώριζε νωρίτερα από εμάς, καθώς οι τελωνειακοί είχαν προειδοποιήσει για τις κινητοποιήσεις. Παραμένει όμως ανένδοτη και δε διαπραγματεύεται μαζί τους θέματα για τα οποία έχει λάβει εδώ και καιρό αποφάσεις. Η εικόνα μιας κυβέρνησης που εμμένει στις αποφάσεις της, αποπνέει μια σοβαρότητα. Δε θα ήταν ευχάριστο να αλλάζει πολιτική κάθε φορά που κάποιος αντιδρά.
Vs


Με γνωστή κατάληξη

Μάλιστα σε μια σοβαρή κοινωνία θα είχε και την αμέριστη στήριξη των πολιτών. Όταν έμαθε λοιπόν τις προθέσεις των τελωνειακών, είχε δυο επιλογές. Η πρώτη ήταν να σαλπίσει άτακτη υποχώρηση και να "συμφωνήσει με τα δίκαια αιτήματα του κλάδου". Θα ήταν ένα μικρό πλήγμα στο κύρος της, αλλά θα μπορούσε να στηρίξει επικοινωνιακά το θέμα, λέγοντας ότι "αφουγκράζεται τα προβλήματα της κοινωνίας και των επαγγελματικών ομάδων, προσαρμόζοντας την πολιτική της". Η δεύτερη επιλογή είναι φυσικά να μείνει ανένδοτη στις θέσεις της. Ο δύσκολος αυτός δρόμος απαιτεί φυσικά έναν σχεδιασμό. Πρέπει να αναλογιστεί το κόστος που θα έχει στην εικόνα της η ταλαιπωρία των πολιτών, να τους ενημερώσει ότι οι ώρες είναι δύσκολες αλλά απαιτείται τόλμη για να πάμε μπροστά και φυσικά να έχει έτοιμο ένα σχέδιο έκτακτης δράσης για την περίπτωση που τα πράγματα "ξεφύγουν" και οι οδηγοί γεμίζουν τα ρεζερβουάρ με μπουκαλάκια βενζίνης από το σούπερ μάρκετ, την ώρα που η αγορά θα βάζει λουκέτο από την έλλειψη εμπορευμάτων.

Μέχρι τώρα, στην Ελλάδα επιλέγεται μια τρίτη μεσοβέζικη λύση. Η Κυβέρνηση επιδεικνύει τσαμπουκά τις πρώτες ημέρες των κινητοποιήσεων και μαλακώνει, όπως το κρέας που σιτεύει, τις επόμενες ή περιμένει να "μαλακώσουν" οι απεργοί, βασιζόμενη στην καλή τους θέληση και την κακή τους οικονομική κατάσταση που δεν επιτρέπει μακροχρόνιους αγώνες. Τελικά υπαναχωρεί υπό το βάρος της κατακραυγής, έχοντας όμως ήδη προκαλέσει πανικό στους πολίτες. Ποιος ο στόχος μιας τέτοιας πολιτικής; Οι μεταρρυθμίσεις (σωστές ή λάθος) δεν προχωρούν, καθώς όλοι γνωρίζουν ότι τελικά η Κυβέρνηση θα σπάσει αργά ή γρήγορα και ξεκινούν κινητοποιήσεις για οποιοδήποτε θέμα. Από σοβαρά θεσμικά προβλήματα του κλάδου μέχρι παράλογες απαιτήσεις που ντύνονται με έναν μανδύα σοβαρότητας.

Αρθρογράφος: Σταμάτης Ζαχαρός

Δευτέρα 8 Σεπτεμβρίου 2008

Αγοράστε μετοχές όπως ο Warren Buffett

Στην επιλογή 49 μετοχών κατέληξε η S&P, ακολουθώντας τα επενδυτικά κριτήρια του Αμερικανού μεγαλοεπενδυτή.

Ο Warren Buffett έχει τη φήμη ενός από τους πλέον επιτυχημένους επενδυτές αξίας όλων των εποχών. Η εταιρεία συμμετοχών του Berkshire Hathaway (BRKA) διατηρεί ποσοστά σε ευρύ φάσμα κλάδων, όπως οι ασφάλειες, οι εκδόσεις, το λιανικό εμπόριο και η μεταποίηση, ενώ παράλληλα διαθέτει πάνω από 28 δισ. δολάρια σε ρευστά διαθέσιμα και περίπου 102 δισ. δολάρια σε τίτλους.

Όμως, όπως και διάφοροι άλλοι στον κλάδο των υπηρεσιών, η Berkshire Hathaway έχει βρεθεί αντιμέτωπη με δύσκολους καιρούς. Από τα μεγέθη β’ τριμήνου, που δημοσιοποιήθηκαν στα μέσα Αυγούστου, τα κέρδη είχαν υποχωρήσει 7,5% σε σχέση με την αντίστοιχη περυσινή περίοδο, μεταξύ άλλων και λόγω της βελτίωσης μόλις 2,6% στα έσοδα από επενδύσεις. Στο πλαίσιο της ανακοίνωσης των αποτελεσμάτων, ο Buffett αποκάλυψε πως είχε αποκτήσει –μέσω της Berkshire- ποσοστό στην NRG (NRG), ενώ αυξήσει τη συμμετοχή του στη Sanofi-Aventis (SNY) και την Ingersoll-Rand (IR).

Ωστόσο, πώς επιλέγει ο Buffett που θα επενδύσει; Ποιος είναι δηλαδή ο «"ρόπος του Warren"; Από τα κατά καιρούς δημόσια σχόλια του και τις ετήσιες επιστολές στους μετόχους, συνάγεται πως τα πράγματα για τον Buffett είναι πολύ απλά: Ο ίδιος αρκείται στο να δηλώνει πως "αγοράζει διαθέσιμες μετοχές και σε λογική τιμή".

Στην πραγματικότητα, ομώς, ο Buffett χρησιμοποιεί εξειδικευμένες μεθόδους για να καθορίσει ποιες εταιρείες θα πρέπει να ανήκουν στο χαρτοφυλάκιο του. Συγκεκριμένα, τα κριτήρια βάσει των οποίων κάνει τις επιλογές του είναι τα ακόλουθα:

• Ελεύθερες ταμειακές ροές (BusinessWeek.com) της τάξης των 250 εκατ. δολαρίων.
• Περιθώριο καθαρού κέρδους (BusinessWeek.com) τουλάχιστον 15%.
• Απόδοση ιδίων κεφαλαίων (BusinessWeek.com) άνω του 15% για κάθε ένα από τα προηγούμενα τρία χρόνια, αλλά και για το πλέον πρόσφατο τρίμηνο.
• Παρακρατούμενα κέρδη (BusinessWeek.com) αξίας ενός δολαρίου που έχουν δημιουργήσει αξία για τους μετόχους τουλάχιστον ενός δολαρίου για τους μετόχους τα τελευταία πέντε χρόνια.
• Άπλετη ρευστότητα. Μόνο μετοχές με κεφαλαιοποίηση (BusinessWeek.com) τουλάχιστον 500 εκατ. δολαρίων.

Ωστόσο, η Standard & Poor’s πρόσθεσε ένα ακόμα κριτήριο, για να αποκλείσει τις υπερτιμημένες μετοχές. Οι υπερτιμημένες μετοχές εντοπίζονται, αν συγκρίνει κανείς την τωρινή τιμή με τις προεξοφλούμενες ταμειακές ροές (DCF) (BusinessWeek.com).

Τελικά, βάσει των ως άνω κριτηρίων, προέκυψαν 49 μετοχές (BusinessWeek.com, 5/9/08).

Είναι σημαντικό να σημειωθεί πως δεν πρόκειται για μετοχές που έχει αποκτήσει ή σκοπεύει να αποκτήσει στην πραγματικότητα ο Buffett. Είναι δε σημαντικό να σημειωθεί πως πολλές από τις πρόσφατες χρεώσεις των μεγάλων χρηματοοικονομικών ομίλων είχαν μηδαμινή επίδραση στις ταμειακές ροές.

Ο Howard Silverblatt είναι αναλυτής της Standard & Poor΄s στον κλάδο υπηρεσιών δεικτών. Επιπροσθέτως, είναι υπεύθυνος για την ανάλυση των αμερικανικών δεικτών, συμπεριλαμβανομένου του πλέον αναγνωρισμένου S&P 500.

Αρθρογράφος: Howard Silverblatt

Δευτέρα 1 Σεπτεμβρίου 2008

Τα υπέροχα χρόνια με τους κρατικούς βιομήχανους

Πόσο υπέροχα ήταν, για την οικονομία και την κοινωνία, εκείνα τα χρόνια της δεκαετίας του 1980, με τους "ωραίους" 200 περίπου κρατικούς βιομήχανους του ΠΑΣΟΚ που είχαν αναλάβει να εξυγιάνουν τις 33 προβληματικές πρώην ιδιωτικές βιομηχανίες και ακόμη όλες τις άλλες που είχε φροντίσει να κρατικοποιήσει (την προηγούμενη πενταετία) ο Κ. Καραμανλής (όμιλοι Ανδρεάδη, Νιάρχου, Μποδοσάκη).

Τι υπέροχα χρόνια εργασιακής γαλήνης και ηρεμίας με την ελληνική κρατική βιομηχανία που άρχιζε από τη διύλιση πετρελαίου, την αμυντική βιομηχανία, τη μεταλλουργία, την παραγωγή τσιμέντου και έφθανε μέχρι τις... κάλτσες, τα καλσόν και την απόσταξη ούζου!!!

Τι ωραίοι και συνεργάσιμοι οι αφισσοκολητές -κρατικοί βιομήχανοι και με την πολιτεία και με τις κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ. Τι σημασία έχει αν πριν από 2-3 χρόνια ήταν αφισσοκολητές και κλακαδόροι στις συγκεντρώσεις του ΠΑΣΟΚ.

Τι απίθανη ειρήνη ήταν εκείνη με τους κρατικούς εργάτες της βιομηχανίας που εξασφάλιζαν μονιμότητα δημοσίου υπαλλήλου, αφού κανείς από τους κρατικούς βιομήχανους δεν τολμούσε να κάνει απολύσεις, γιατί θα έβρισκε μπροστά του δεκάδες Σωματεία της ίδια ιδεολογίας.

Τι ωραία και μεθοδικά έκαναν την "εξυγίανση" των προβληματικών επιχειρήσεων, χωρίς να πληρώνουν τα εξορκισμένα δάνεια που έπαιρναν από τις κρατικές Τράπεζες με εγγύηση του ελληνικού δημοσίου, χωρίς να πληρώνουν το καταραμένο ρεύμα της ΔΕΗ, χωρίς να πληρώνουν πετρέλαια στα επίσης κρατικά διυλιστήρια.

Αλλά όμως και χωρίς να διαμαρτύρονται για το φορολογικό. Χωρίς να αντιτίθενται στην οικονομική πολιτική, χωρίς να σημειώνουν μια ώρα απεργίας στις μονάδες τους, αφού πάντα "τα εύρισκαν" με τους εργαζόμενους, γιατί είχαν ρευστότητα, όσο το κράτος τους έκανε τη χάρη να μη βλέπει τα φέσια τους στο δημόσιο.

Τι υπέροχα και τι ειρηνικά εκείνα τα χρόνια. Που, ενώ οι ασύδοτοι μικροναυπηγοί και σιδηρουργοί του Περάματος τολμούσαν και απέλυαν την εργατιά, αν δεν είχαν δουλειές, ο Σκαραμαγκάς κρατούσε όλες τις ειδικότητες, ακόμη και όταν δεν είχε δουλειές για τις ειδικότητες αυτές. Ήταν δυνατόν να απολυθεί κρατικός εργάτης με τη δικαιολογία ότι ένα χρονικό διάστημα δεν απασχολείτο; Και τι μ ΄αυτό; Κάποια ώρα θα απασχοληθεί...

Τι ωραία χρόνια για τους κρατικούς βιομήχανους και τους κρατικούς εργάτες της κρατικής κλωστοϋφαντουργίας Πειραϊκής Πατραϊκής και της κρατικής χαρτοβιομηχανίας Αθηναϊκή Χαρτοποιία. Σε μια περίοδο που στην Ευρώπη οι κλωστοϋφαντουργίες και οι μικρές χαρτοβιομηχανίες έκλειναν η μία μετά την άλλη, λόγω ασύμφορου κόστους και υψηλού ανταγωνισμού, εμείς στην Ελλάδα είχαμε τους "ήρωες” Έλληνες φορολογούμενους που πλήρωναν 3 τρισ. δραχμές (μήπως το ήξεραν...) για να "σώσουμε" και να συντηρήσουμε τις δικές μας κρατικές κλωστοϋφαντουργίες και χαρτοβιομηχανίες την Ολυμπιακή, τα Ναυπηγεία, τη ΛΑΡΚΟ, την ΠΥΡΚΑΛ και άλλες κρατικές μονάδες. Και ας έκλειναν οι διπλανές τους στην άλλη γειτονιά, γιατί αυτές έπρεπε να πληρώσουν και τα κρατικά ταμεία και τη ΔΕΗ και την ΕΥΔΑΠ.

Ποιος διαμαρτύρονταν τότε για την τυχόν υψηλή φορολογία; Σχεδόν κανείς. Ακόμη και ο ΣΕΒ τα έλεγε τότε με "κομψό" τρόπο και με "πλάγιο ήχο", γιατί είχε εις τα αγκάλας του το σύνολο σχεδόν των κρατικών βιομηχανιών και τον βοηθούσε στο "ξελάσπωμα", αφού τα άλλα μέλη της ιδιωτικής βιομηχανίας δεν είχαν να πληρώσουν ούτε τη συνδρομή τους στο ΣΕΒ.

Δεν μπορώ λοιπόν να καταλάβω γιατί χάθηκε όλη αυτή η "βιομηχανική οικογένεια".

Γιατί επιστρέψαμε στους ιδιώτες επιχειρηματίες και μάλιστα στους ξένους κεφαλαιούχους που κατέκλεισαν την ελληνική βιομηχανία (τσιμέντα, ναυπηγεία, διυλιστήρια), προχώρησαν στις Τράπεζες, στον ΟΤΕ και απειλούν τώρα τη ΔΕΗ, τη ΔΕΠΑ, τον ΟΛΠ, τον ΟΛΘ και ακόμη και την ΕΥΔΑΠ; Τι τους θέλουμε αυτούς; Για να κουμαντάρουν και το Χρηματιστήριο μας; Για να έχουν άποψη στη φορολογική πολιτική; Για να μας λένε τι θα κάνουμε με την οικονομική μας πολιτική; Ορίστε τώρα που σήκωσαν κεφάλι και αντιδρούν στη νέα φορολογική πολιτική που έχει όραμα μια 20ετία, ανεξάρτητα από το αν θα την αλλάζουμε ανά διετία, ανάλογα με τις ανάγκες του κορβανά...

Δεν μπορώ να καταλάβω γιατί ο αείμνηστος Κωνσταντίνος Καραμανλής δεν έκανε αυτό που του είχε υποδείξει ο επίσης αείμνηστος Γεώργιος Δράκος (πρώην ΙΖΟΛΑ), όταν ο τότε πρωθυπουργός του είπε ότι στην Ελλάδα δεν υπάρχουν βιομήχανοι ποιότητας. "Αλήθεια (απάντησε); Όμως πόσοι είμαστε εμείς κ. πρόεδρε; Είμαστε 200-300. Βάλτε μας σε μια βάρκα και πνίξτε μας. Αλλά προς Θεού. Σώστε τη βιομηχανία του τόπου."

Αν τους είχαμε πνίξει τότε, θα συνεχίζαμε με τους αφισσοκλητές-κρατικούς βιομήχανους και θα είχαμε όλοι την ησυχία μας.

Και σκέφτομαι. Μιας και επαναφέραμε (πρόσφατα) πάλι την ίδια "λογική» της διάσωσης προβληματικών επιχειρήσεων και επειδή η οικονομική και ειδικότερα η φορολογική μας πολιτική δείχνει ότι δε μας ενδιαφέρουν κι οι ξένοι επενδυτές, γιατί δεν πνίγουμε αυτούς που έχουν μείνει (καμιά κατοσταριά έχουν μείνει με σχέδια, κεφάλαια και ενδιαφέροντα) και να επιστρέψουμε στην υπέροχη εποχή των κρατικών βιομήχανων. Μια ιδέα είναι. Τη ρίχνω και ας πέσει κάτω... που λέει και το τραγούδι.

Αρθρογράφος: Γιώργος Κράλογλου