Παρασκευή 6 Φεβρουαρίου 2009

Η επιχειρηματικότητα ως καριέρα

Μύθοι και προκαταλήψεις

Υπάρχουν ορισμένες αντιλήψεις και προκαταλήψεις που απωθούν σήμερα τους νέους από το να κάνουν το αποφασιστικό βήμα προς το «επιχειρείν». Τις προκαταλήψεις αυτές τις βρίσκει κανείς στους νέους στο Πανεπιστήμιο όταν συζητά μαζί τους. Οι ίδιες προκαταλήψεις υποθέτω υπάρχουν και στα στελέχη στην αγορά όταν εξετάζουν σοβαρά το τι δουλειά θα κάνουν και πως θα ξεκινήσουν.

Οι αντιλήψεις αυτές είναι συχνά αβάσιμες. Σε μεγάλο βαθμό είναι μύθοι ή μισές αλήθειες που έχουν και αντίλογο. Πέντε είναι οι πιό βασικές:

Πρώτον, λένε, χρειάζομαι μια ιδέα. Εγώ δεν έχω βρει κάτι καλό. Δεύτερο, δεν έχω ένα επιχειρηματικό σχέδιο, ένα πλάνο που θα με κατευθύνει. Τρίτο, χρειάζονται πολλές γνώσεις και ικανότητες, εγώ δεν τις έχω. Τέταρτο, παρόλα αυτά το ρίσκο είναι μεγάλο για μένα. Πέμπτο, η ελληνική αγορά είναι πολύ μικρή για να στηρίξει κερδοφόρα αυτή την ιδέα.

Αυτά τα ερωτήματα πρέπει να απαντηθούν. Να δοθεί μία πιο πραγματιστική, μία πιο θαρραλέα άποψη. Να βοηθηθούν όσοι θέλουν να ξεκινήσουν ώστε να ξεπεράσουν τις αναστολές τους και να σκεφθούν ψύχραιμα και ρεαλιστικά.

Λοιπόν, το πρώτο: «χρειάζεται μια έξυπνη ιδέα». Λίγοι από τους νέους λένε «θα κάνω αυτή τη δουλειά, γιατί και άλλοι κάνουν την ίδια και τα καταφέρνουν». Οι πιο πολλοί θεωρούν ότι για να πετύχουν πρέπει να κάνουν κάτι το διαφορετικό, μια καινοτομία ίσως.

Όμως οι περισσότερες πετυχημένες επιχειρήσεις ξεκίνησαν χωρίς κάποια πρωτότυπη ιδέα. Χωρίς κάτι νέο να τους διαφοροποιεί. Έρευνες στις ΗΠΑ για τις 500 ταχύτερα αναπτυσσόμενες επιχειρήσεις δείχνουν ότι λίγο-πολύ στην αρχή οι ιδρυτές τους έκαναν ό,τι και οι άλλοι, αλλά καλύτερα και ταχύτερα. Απλά δούλευαν περισσότερο.

Την πρώτη ιδέα στις περισσότερες περιπτώσεις, κάπου 75%, τη βρήκαν από την προηγούμενη δουλειά τους. Άρα χρειάζεται μια πρώτη δουλειά, μια εμπειρία πριν ξεκινήσει κανείς. Η αρχική ιδέα των παραπάνω επιχειρηματιών ήταν περιορισμένης διάρκειας, διήρκεσε για λίγα χρόνια, για λίγο καιρό. Στη συνέχεια έκαναν αλλαγές, μικρές ή μεγάλες. Βρήκαν νέες ιδέες στην πορεία. Πόσες επιχειρήσεις έχουν το ίδιο ακριβώς αντικείμενο δραστηριότητας έστω λίγα χρόνια μετά την ίδρυσή τους;

Εξάλλου, η ελληνική αγορά δεν είναι πάντα έτοιμη να δεχθεί κάτι το καινούργιο για να χρειάζεται πολύ καινοτόμα ιδέα. Ας αναλογισθούμε πόσο καθυστέρησε η αποδοχή των note-books και άλλων προϊόντων. Η αγορά θέλει χρόνο για να δεχθεί το καινούργιο.

Άρα, τι προτείνεται στους φοιτητές και στους υποψήφιους επιχειρηματίες: Ξεκίνα, κάνε την επιχείρησή σου και οι ιδέες σου θα ξεκαθαρίσουν στην πορεία. Ο δρόμος είναι μακρύς, πλούσιος με εμπειρίες, με μάθηση. Η επιχείρηση είναι όχημα στον «πηγαιμό για την Ιθάκη».

Το δεύτερο: «δεν έχω ένα επιχειρηματικό σχέδιο να με καθοδηγεί». Εντάξει, είναι χρήσιμο να υπάρχει ένα καλό σχέδιο απο την αρχή. Δύσκολα μπορεί κανείς να υποτιμήσει την ανάγκη για καλή ανάλυση, για αποτύπωση της πορείας απο την αρχή σε ένα χάρτη οδηγό. Ιδιαίτερα όταν η εκπαιδευτική διαδικασία είναι βαριά προσανατολισμένη στην ανάλυση και στον ορθολογικό σχεδιασμό.

Όμως, αυτό δεν είναι συχνά εύκολο να γίνει. Δεν υπάρχουν στοιχεία για να στηριχθεί κανείς. Επιπλέον κοστίζει πολύ. Όταν δημιουργεί κανείς μια εταιρεία με 50.000, που να βρει άλλα χρήματα να πληρώσει για καλό business plan. Το κυριότερο όμως είναι ότι στη σύχρονη εποχή, οι εξελίξεις τρέχουν διαρκώς. Μέχρι να μελετηθεί πλήρως το εγχείρημα, η αγορά θα έχει αλλάξει, η ευκαιρία θα έχει φύγει, ιδιαίτερα σε ορισμένους κλάδους τεχνολογίας και έντονου ανταγωνισμού.

Αναζητώντας σχετικές έρευνες βλέπει κανείς ότι το επιχειρηματικό σχέδιο δεν είναι ο κανόνας. Τέτοιες έρευνες έχουν γίνει κυρίως στις ΗΠΑ. Πράγματι μία έρευνα των start-ups των ΗΠΑ δείχνει ότι οι εταιρείες που είχαν επιβιώσει τα πρώτα χρόνια λειτουργίας τους δεν ήταν αυτές που έκαναν πολύ αναλυτικό σχεδιασμό και πληθώρα μελετών στο ξεκίνημα. Οι ιδρυτές που έκαναν business plan, που ανέλυσαν πολύ στην αρχή, δεν είχαν (κατά μέσο όρο) μεγαλύτερα ποσοστά επιβίωσης από τους άλλους, που πήγαν με οδηγό την κρίση και την διαίσθηση. Και επίσης, πάλι σημαντικό, μόνο το ¼ περίπου των πιο επιτυχημένων απο αυτές τις ταχύτερα αναπτυσσόμενες επιχειρήσεις είχαν ένα business plan όταν ξεκίνησαν, όταν αναφερόμαστε βέβαια στις μικρές επιχειρήσεις.

Ο στρατηγικός σχεδιασμός όμως στις επιχειρήσεις αυτές, φαίνεται να έρχεται μετά το ξεκίνημα. Αφού αναπτύξεις την επιχείρηση και θέλεις να την οργανώσεις, να την ελέγξεις, να την τοποθετήσεις στην αγορά. Στο ξεκίνημα χρειάζεται πολύ τόλμη και αυτοσχεδιασμός και αυτό επιβεβαιώνεται και από την πρακτική των μικροεπιχειρήσεων διεθνώς. Ακόμα και τα venture funds, που είναι φορείς που επιβάλλουν σχεδιασμό, επιβεβαιώνουν αυτή την πρακτική. Οι περισσότεροι επιχειρηματίες που πηγαίνουν για χρηματοδότηση δημιουργούν ένα business plan μόνο και μόνο για να αποσπάσουν πόρους από τους χρηματοδότες, ή για να κάνουν συμφωνίες με τους προμηθευτές. Όχι διότι θέλουν να χαράξουν μία πορεία και τρόπο δράσης μέσω του σχεδίου. Θεωρούν ότι είναι δύσκολο να αποτυπώσουν μια τέτοια πορεία σε σχέδιο διότι απλά τα πράγματα είναι ρευστά. Αλλάζουν πιο γρήγορα από ό,τι γράφονται στα χαρτιά.

Το τρίτο που λένε οι νέοι: «δεν έχω τις απαραίτητες γνώσεις και ικανότητες». Οι γνώσεις και ικανότητες, το ταλέντο, πράγματι παίζουν ρόλο. Καλό να έχει κάποιος πολλές τεχνικές και διοικητικές γνώσεις καθώς και ικανότητες και εμπειρία, πριν ξεκινήσει. Θα έλεγα το ιδανικό μοντέλο θα ήταν να δουλέψει κανείς τρία-πέντε χρόνια μετά την αποφοίτηση, σε διάφορες θέσεις, προτού ξεκινήσει δική του δουλειά. Εκεί θα μάθει, θα δεί πως δουλεύουν οι επιχειρήσεις. Θα βρει ιδέες και θα αποκτήσει γνωριμίες. Αλλά πολύ περισσότερος χρόνος σε μια σταθερή εργασία τείνει να γίνει επικίνδυνος για το επιχειρείν. Η γνώση δεν σταματά ποτέ, αφού συνέχεια μαθαίνει κανείς. Αν καθυστερήσεις για να αποκτήσεις ευρύτερες και σφαιρικές γνώσεις μπορεί να κολλήσεις στην εξαρτημένη εργασία, να μη μπεις ποτέ στο όχημα «επιχείρηση».

Πολλοί πετυχημένοι επιχειρηματίες ξεκίνησαν με περιορισμένες γνώσεις, χωρίς ιδιαίτερη κατάρτιση και εμπειρία. Απέκτησαν γνώσεις στη συνέχεια, στην αγορά. Επίσης, δε φαίνεται να υπάρχει ένα ιδεώδες προφίλ για τον επιτυχημένο επιχειρηματία. Πράγματι ανατρέχοντας στη διεθνή βιβλιογραφία, δε βρέθηκαν ενδείξεις που να υποστηρίζουν το επιχείρημα ότι αυτοί που κάνουν δική τους δουλειά έχουν μεγαλύτερη επιδίωξη στην ανάληψη ρίσκου. Υπάρχει μεγάλη ποικιλία επιχειρηματιών, ευρύ φάσμα προσωπικοτήτων.

Η βιβλιογραφία επιβεβαιώνει ότι υπάρχει ποικιλία στο προφίλ όσον αφορά στην ανάληψη κινδύνου. Υπάρχουν άτομα επιχειρηματίες που δέχονται και μεσαίο κίνδυνο και μεγάλο. Τα χαρακτηριστικά που παίζουν ρόλο είναι αυτά που αναφέρθηκαν παραπάνω, με πρωτάρχουσα την αφοσίωση και την εργατικότητα. Όταν κάποιος δε βάλει την ψυχή του στη δουλειά δε θα πετύχει. Όταν είναι τεμπέλης δεν μπορεί να κάνει τίποτα.

Για το ποιες γνώσεις και δεξιότητες χρειάζονται ιδιαίτερα, θα έλεγα ότι είναι αυτές του πωλητή και των διαπροσωπικών σχέσεων, παρά του παραγωγού προϊόντος. Ικανότητες να ακούει τον πελάτη και να μπαίνει στην ψυχή του. Ικανότητες να προσαρμόζεται, να πηγαίνει να πουλήσει Χ και να βγαίνει πουλώντας Χ ή Ψ. Να πείθει τους γύρω του για το επιχείρημα, ακόμη και την οικογένειά του, τους φίλους του. Να αποσπά κεφάλαια και πόρους, να διαπραγματεύεται. Αυτά καλλιεργούνται κατα πολύ με την εκπαίδευση και την προηγούμενη εμπειρία, αλλά έρχονται και με την εμπειρία μετά το ξεκίνημα.

Το τέταρτο: «παρόλα αυτά το ρίσκο είναι μεγάλο για μένα, πώς να το αναλάβω». Θα έλεγα ότι είναι ίσως ένας από τους πιό διαδεδομένους μύθους ότι ο επιχειρηματίας επιζητεί τον κίνδυνο. Ότι του αρέσει να παίζει, να ρισκάρει. Όλοι οι άνθρωποι που έχουν σώας τας φρένας θέλουν να αποφύγουν τον κίνδυνο. Οι επιχειρήσεις το ίδιο κάνουν π.χ. προσπαθούν να το περάσουν στο δημόσιο, σε άλλους.

Ο επιχειρηματίας είναι ενταγμένος σε ένα πλαίσιο σχέσεων μέσα στο ιδιαίτερο περιβάλλον του και προσπαθεί να περάσει το ρίσκο στους άλλους γύρω του. Λειτουργεί σε ένα δίκτυο πελατών, χρηματοδοτών, εργαζομένων, που μοιράζονται μαζί του τον κίνδυνο. Έχει την ενστικτώδη ικανότητα να μετακυλείει τον κίνδυνο στον πελάτη, κατά κύριο λόγο, ο οποίος θα αγοράσει το προϊόν και θα του δώσει τα χρήματα για να αναπτύξει την επιχείρηση, και κατά δεύτερο λόγο στους άλλους.

Το ρίσκο γίνεται όμως πιο σημαντικό μετά. Αφού στήσεις την επιχείρηση και την αναπτύξεις, τότε έχεις πολλά να χάσεις. Παράδειγμα, ο Ωνάσης φοβόταν πιο πολύ τα αεροπορικά ταξίδια μετά, αφού έχτισε την αυτοκρατορία του, παρά στην αρχή που έκανε ταξίδια.

Και η τελευταία προκατάληψη, «η ελληνική αγορά είναι πολύ μικρή για να στηρίξει κερδοφόρα την ιδέα μου». Η στενή αντίληψη του κόσμου, της αγοράς, όχι πολύ πέρα απο το τοπικό ή στην καλύτερη περίπτωση απο το εθνικό επίπεδο, συχνά είναι ανασταλτικός παράγοντας για την επιτυχία της επιχείρησης. Ιδιαίτερα σήμερα όπου πολύ στενά ορισμένες ιδέες και ειδικεύσεις μπορούν να δώσουν μεγάλα μεγέθη επιχειρήσεων σε διεθνή ή παγκόσμια κλίμακα. Πολύ σχετικές είναι εδώ οι περιπτώσεις των λεγόμενων «αφανών πρωταθλητών» (Simon για Γερμανία, Λιούκας κα. για Ελλάδα...), ή των μικρών επιχειρήσεων που απευθύνονται απο την ίδρυσή τους στις διεθνείς αγορέςκαι συνιστούν το φαινόμενο των «γεννημένων παγκόσμιων» (born globals).

Συχνά προβάλλεται το επιχείρημα ότι οι δυνατότητες της ελληνικής οικονομίας να δεχθεί πολλές επιχειρηματικές δραστηριότητες είναι περιορισμένες. Το μέγεθος της ζήτησης, άν αφαιρέσει κανείς το διαρκώς αυξανόμενο μερίδιο των μεγάλων επιχειρήσεων, δεν αφήνει ικανά περιθώρια για να ανθίσουν πολλές μικρο-επιχειρήσεις. Σε μία χώρα στην περιφέρεια της Ευρώπης, υπάρχουν πραγματικοί, αντικειμενικοί περιορισμοί που θέτουν όρια στη εκδήλωση της επιχειρηματικότητας. Μήπως αυτό που αναφέρθηκε ως κίνδυνος παραπάνω είναι χαρακτηριστικό της ίδιας της οικονομίας και περιορίζει τις επιχειρηματικές δυνατότητες; Διότι εδώ πρόκειται για μια μικρή οικονομία, με τρία εκατομμύρια νοικοκυριά, με τη δεδομένη της διάρθρωση, με κλάδους που δεν είναι ανοιχτοί στην ατομική πρωτοβουλία.

Όμως το επιχείρημα αυτό δε μπορεί σήμερα να σταθεί εύκολα. Η οικονομία και οι ευκαιρίες στην αγορά δεν νομίζω ότι είναι το πρόβλημα. Εξάλλου η επιχειρηματικότητα άνθισε και σε πιο δύσκολες περιόδους της ελληνικής ιστορίας. Υπάρχει η νέα επιχειρηματικότητα, νέοι κλάδοι που αναπτύσσονται, παραδοσιακοί κλάδοι που μετασχηματίζονται, τοπική δημιουργικότητα που οδηγεί σε νέα προϊόντα και υπηρεσίες. Όλα αυτά δημιουργούν νέες ευκαιρίες, μεγενθύνουν τους κλάδους και δημιουργούν νέους.

Δεύτερον υπάρχει το αχανές πεδίο της διεθνούς επιχειρηματικότητας. Οι ευκαιρίες στην Ευρώπη, στα Βαλκάνια, σε άλλες χώρες. Τα μοναδικά στοιχεία του ανθρώπινου δυναμικού, των κοινωνικών και πολιτιστικών παραδόσεων και των φυσικών πόρων της χώρας μπορούν να μετατραπούν σε διαφοροποιημένα προίόντα με διεθνή εμβέλεια. Το «προϊόν Ελλάς» δεν έχει δείξει ακόμα το δυναμισμό του λόγω του ότι δεν έχει ακόμα μεταφρασθεί σε επώνυμα προϊόντα ή υπηρεσίες που θα διεκδικήσουν παροσία σε διαπεριφερειακές ή διεθνείς αγορές. Το διαδίκτυο βοηθά στην κατεύθυνση αυτή. Ανοίγει πόρτα για μάρκετιγκ παγκόσμιας εμβέλειας. Υπάρχουν παραδείγματα εταιρειών που κινούνται στην κατεύθυνση αυτή.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου